Γυναικεία Πνευματικότητα

Popular Posts

Popular Posts

Search This Blog

Total Pageviews

Monday, July 28, 2014




ΒΡΙΤΟΜΑΡΤΙΑ
Τα Βριτομάρτια ήταν γιορτή προς τιμή της Βριτομάρτυος στην Ολούντα της Κρήτης, όπου απoδίδετο λατρεία στο πανάρχαιο ξόανο της Θεάς που σύμφωνα με την παράδοση είχε κατασκευαστεί από τον Δαίδαλο.
Η Βριτόμαρτυς με την παράδοση ήταν κόρη του Διός και της Κάρμης, κόρης του Ευβούλου, την οποία ερωτεύθηκε και καταδίωξε ο Μίνως. Επί εννέα μήνες την κυνηγούσε ενώ αυτή κρυβόταν στα δάση και τις χαράδρες. Κάποια στιγμή – συνεχίζει ο μύθος – Ο Μίνως κόντεψε να την πείσει και η νύμφη στην απόγνωσή της πήδηξε από ένα βράχο στη θάλασσα, αλλά την έσωσαν κάποιοι ψαράδες με τα δίχτυα τους, μετά την παρέμβαση της Αρτέμιδος, η οποία μετά την προσπάθεια της βριτομάρτυος για να προστατεύσει την αγνότητά της, την εξύψωσε σε θεότητα.
 

Σημειώνεται επίσης ότι:
1) Ο Στράβωνας, σχετικά με τη Δίκτη, αναφέρει και τα εξής: «Και η Δίκτη βρίσκεται κοντά, όχι βέβαια, καθώς λέει ο Άρατος, κοντά στο Ιδαίο όρος. Η Δίκτη από την Ίδη  απέχει 1000 στάδια. Βρίσκεται στα ανατολικά της, κι απέχει και χίλια επίσης εκατό στάδια από το Σαμώνιο. Ανάμεσα σε Σαμώνιο και Χερσόνησο ήταν χτισμένη η Πράσος, πάνω από τη θάλασσα, στα εξήντα στάδια. Την κατέστρεψαν οι Ιεραπύτνιοι. Λένε επίσης  ότι δεν έχει δίκιο o Καλλίμαχος, όταν ιστορεί ότι η Βριτόμαρτις καταφεύγοντας τη βία του Μίνωα από τη Δίκτη, πιάστηκε στα δίχτυα των ψαράδων κι έτσι οι Κυδωνιάτες την είπαν Δίκτυννα και το βουνό Δίκτη. Η Κυδωνία δεν έχει καμιά σχέση γειτονίας με τους τόπους τούτους, αφού βρίσκεται στα δυτικά του νησιού. Βουνό της Κυδωνίας είναι ο Τίτυρος. Όπου υπάρχει ιερό, όχι το Δικταίον, αλλά το Δικτύνναιο ». (Στράβων, Γεωγραφικά Ι, C 479, ΙV, 12)
Η ως άνω περιγραφή του Στράβωνα, σχετικάμε τη Δίκτη, είναι λάθος ως προς τις ακριβείς αποστάσεις, αφού από τη μια αναφέρει ότι στην Ίδη περιλαμβάνεται και ο λόφος Πύτνα όπου η πόλη Ιεράπυτνα και από την άλλη ότι η  Δίκτη απέχει 1000 στάδια από την Ίδη  και μόνο 100 στάδια από το ακρωτήριο Σαμώνιο. Σωστά όμως λέει ότι η Δίκτη δεν βρίσκεται στην Κυδωνία, όπως λέει ο Καλλίμαχος, αλλά στην ανατολική Κρήτη. Ο Καλλίμαχος λέει ότι η Δίκτη βρίσκεται στην Κυδωνία, επειδή έχει παραλλάξει το μύθο της Θεάς Βριτόμαρτης, για τους λόγους που θα δούμε σε άλλο μέρος.
2) Στα αρχαία κείμενα  με την ονομασία «η Ιδαία »  λέγεται η Κρήτη και μια από τις κόρες ενός από τους Κουρήτες, του Κουρήτη Κρήτα, η οποία ήταν και  γυναίκα του Δία. Επίσης με την ονομασία Ίδη λέγεται μια από τις κόρες του Κουρήτη
Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ ΘΕΑΣ ΒΡΙΤΟΜΑΡΤΗΣ   Ή ΔΙΚΤΥΝΝΑ

Η ΠΡΟΣΤΑΤΙΔΑ ΤΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ

Η θεά Βριτόμαρτη εν ζωή ήταν μια κρητικά κοπέλα, η οποία εκεί που έπαιζε έπεσε από απροσεξία στη θάλασσα και την έσωσαν με τα δίκτυα τους οι ψαράδες. Αυτή από ευγνωμοσύνη έγινε στο εξής φίλη τους και βοηθός τους σε ό,τι της ζητούσαν.  Ετσι μετά το θάνατο και τη μετάστασή της στους ουρανούς ανακηρύχθηκε ως θεά προστάτιδα των Ψαράδων. Ωστόσο ο  Καλλίνικος λέει ότι η Βριτόμαρτυς δεν ήταν θεά παρά μια κοινή κοπέλα που την κυνηγούσε ο Μίνωας για να τη βιάσει και στην προσπάθειά της να τον αποφύγει  έπεσε στη θάλλας, κάτι που ο Στράβωνας και ο Διόδωρος τον διαψεύδουν, πρβ:
<<Η Βριτόμαρτη που ονομάζεται και Δίκτυννα, σύμφωνα με το μύθο που αναφέρουν, γεννήθηκε στην Καινώ της Κρήτης, από το Δία και την Κάρμη, του Εύβουλου του γιου της Δήμητρας. Αυτή που ανακάλυψε  τα δίχτυα που χρησιμοποιούνται στο κυνήγι  ονομάστηκε Δίκτυννα και περνούσε τις μέρες της με την Άρτεμη, αιτία για την οποία μερικοί πιστεύουν πως η Δίκτυννα είναι ίδια με την Άρτεμη. Οι Κρήτες καθιέρωσαν θυσίες κι έκτισαν ναούς προς τιμή ετούτης της θεάς. Εκείνοι που διηγούνται  την ιστορία ότι ονομάστηκε Δίκτυννα, επειδή κατέφυγε στα δίχτυα των ψαράδων, όταν την κυνηγούσε ο Μίνωας, για να τη βιάσει, κάνουν λάθος, γιατί ούτε πιθανό να βρέθηκε σε τέτοια αδυναμία η θεά, ώστε να χρειαστεί τη βοήθειά των ανθρώπων, θυγατέρα ούσα του μέγιστου των θεών, ούτε είναι σωστό να προσάπτουμε στο Μίνωα μια τέτοια ασέβεια, καθόσον η παράδοση μας λέει ρητά ότι ήταν προσκολλημένος στις αρχές του δικαίου κι έζησε ζωή παινεμένη.>> (Διόδωρος Σικελιώτης, Ιστορική βιβλιοθήκη 5η, 77),
<<Λένε επίσης  ότι δεν έχει δίκιο o Καλλίμαχος, όταν ιστορεί ότι η Βριτόμαρτη αποφεύγοντας τη βία του Μίνωα από τη Δίκτη, πιάστηκε στα δίχτυα των ψαράδων κι έτσι οι Κυδωνιάτες την είπαν Δίκτυννα και το βουνό Δίκτη. Η Κυδωνία δεν έχει καμιά σχέση γειτονίας με τους τόπους τούτους, αφού βρίσκεται στα δυτικά του νησιού. Βουνό της Κυδωνίας είναι ο Τίτυρος. Όπου υπάρχει ιερό, όχι το Δικταίο, αλλά το Δικτύνναιο…..( Στράβων, Γεωγραφικά Ι, IV 12).
Ο Παυσανίας αναφέρει πως στην αρχαία Ολούντα (σημερινή Ελούντα), υπήρχε ξόανο της θεάς φτιαγμένο από το Δαίδαλο, “τοσαύτα δε (έργων Δαιδάλου) έτερα ξόανα εν Κρήτη, Bριτόμαρτις εν Ολούντι και Αθηνά παρά Κνωσσίοις” (Παυσανίας Θ΄ 40, 3).
Ο Ευρυπίδης λέει για τη Bριτόμαρτη «ω παι τας Λατούς Δίκτυνν’ ουρεία” (Ευρ. Ιφιγ. εν Ταύρ. 126) = ω! θυγατέρα της Λητούς, Δίκτυννα βουνίσια».
Σύμφωνα με το Στράβωνα (Γεωγραφικά Ι, IV 12) ιερά της Δίκτυννας υπήρχαν στην Κυδωνία της δυτικής Κρήτης και στην Χερσόνησο, επίνειο της Λύττου, στην ανατολική Κρήτη.

Σημειώνεται ότι:
1) Ο Καλλίμαχος, σχετικά με το Βριτόμαρτη, στο ποίημά του «Ύμνος εις Άρτεμιν αναφέρει τα εξής: «Αγάπησες πάρα πολύ, απ΄ τις άλλες νύμφες, τη Γορτυνίδα Bριτόμαρτη, την οξυδερκή, που σκοτώνει τα ελάφια. Για την οποία κάποτε ο Μίνωας χτυπήθηκε από έρωτα και τριγυρνούσε πάνω στα κρητικά βουνά. Αυτή όμως πότε κρυβόταν σε πυκνές βελανιδιές και πότε σε μέρη χαμηλά. Κι αυτός τριγυρνούσε εννιά μήνες σε μέρη δύσβατα και σε γκρεμούς. Και δεν σταμάτησε την καταδίωξη παρά μόνο όταν αυτή, που παρά λίγο να πιαστεί, πήδησε στη θάλασσα από βράχο ψηλό. Κι έπεσε μέσα σε δίχτυα ψαράδων, τα οποία την έσωσαν. Γι΄ αυτό αργότερα οι Κύδωνες ονόμασαν τη νύμφη Δίκτυννα και το βουνό απ΄ όπου έπεσε η νύμφη, Δικταίο. Και έστησαν βωμούς όπου έκαναν θυσίες. (Καλλίμαχος, Ύμνος εις Άρτεμιν 191-202)
2) Ο  Καλλίμαχος στους ύμνους «Εις Άρτεμιν» και  «Εις Δίαν»  αποκαλεί τους Κρητικούς ψεύτες και παραφράζει-παραποιεί το μύθο γέννησης και ανατροφής του Δία και στη συνέχεια τον μεταφέρει από τη πόλη Λύκτο της Δίκτης της Κρήτης στο όρος Λύκαιο της Αρκαδία, επειδή οι Κρήτες την περίδο της παρακμής της Θρησκείας των Ολύμπιων Θεών είπαν ότι  «ο Δίας πέθανε και το θάψανε στην Κρήτη» και αυτός δεν ήθελε να παραδεχθεί το θάνατό του. (Περισσότερα βλέπε «Ψεύδη που λέγονται για το μέρος γέννησς του Δία».)





Ο Διόδωρος (Βιβλιοθήκη 3,  74-76) λέει και ότι σύμφωνα με τα τους Κρήτες, ο Απόλλωνας ήταν ο εφευρέτης της λύρας και της μουσικής, αυτός που εισήγαγε την γνώση της ιατρικής που γίνεται μέσω της μαντικής τέχνης, καθώς και ότι βρήκε το τόξο, δίδαξε στους κρητικούς την τοξοβολία, αιτία που οι Κρήτες επιδόθηκαν με ζήλο στην τοξοβολία και το τόξο ονομάστηκε κρητικό.  Από τον Απόλλωνα και Κορωνίδα γεννήθηκε ο Ασκληπιός, που έμαθε πολλά πράγματα για την  ιατρική από τον πατέρα του, όπως την χειρουργική, τα φάρμακα κ.α. Λέει επίσης ότι αν και ο Απόλλωνας ονομάστηκε Δήλιος, Λύκιος και πύθιος, είχε γεννηθεί στην Κρήτη.
Πιο νοτικά πολύ ακόμη, στην Ελούντα, ήταν ή αρχαία  Ολούς  και  πέρα προς την Kριτσά η Λατώ. Αυτηνών οι κάτοικοι κρατούσαν συμμαχία στο όνομα της θεάς αυτής.
Από την αρχαία Δρήρο ανεδειάζει κανείς προς τα πάνω, προς τα όρη του Λασηθιού, και ξανοίγει το μεγάλο βουνό της Ανατολικής Κρήτης, τη Δίκτη. Εκεί βρίσκεται το πολυφημισμένο σπήλιο, που λένε  πως εκεί μέσα γεννήθηκε ο Δίας. Ο κρητικός Δίας. Έχει και το βουνό αυτό σχέση με τη Βριτόμαρτη, καθώς λέει ένα παρακλάδι του μύθου της. Από κει πάνω πήδηξε απελπισμένη και τρομαγμένη ή Βριτόμαρτις  και έπεσε στη θάλασσα, καλύτερα, παρά να την πιάσει ό Μίνως, ο μεγάλος ο δοξασμένος ή κάποιος άλλος  τρανός, δεν έχει σημασία, που την κυνηγούσε πολύ καιρό, όχι βέβαια με καλό σκοπό, αφού αυτή δεν τον ήθελε. Σε ποιά της θάλασσα άραγε; Να ήταν ο Κόρφος της Ελούντας, στα βορεινά του κόλπου του Μεραμπέλλου; Εκεί βέβαια είναι απάνεμα τα νερά, κατάλληλα για ψάρεμα. Κι έχουν κάτι ψάρια και θαλασσινά! Σκεφτείτε στ’ αλήθεια, να ήταν οι κάτοικοι της Ολούντος οι ψαράδες αυτοί  (ίδιοι σαν τους σημερινούς μαυριδερούς ψαράδες), που στα δίχτυα τους μπλέχτηκε η Βριτόμαρτις! Αυτό – λένε – το πήδημά της και το μπλέξιμό της στα δίχτυα ήταν αφορμή να ονομαστεί Δίκτυννα, ενώ αυτή καταγόταν από τη Γόρτυνα, και το ψηλό βουνό απ’ όπου πήδηξε Δικταίον. Παραΰστερα το είπαν Δίκτη. Από πού ξεκινήσαμε, αλήθεια, και που βρεθήκαμε! Ας είναι. Έτσι είναι πάντα του ο λαός, που τα πλάθει όλα, όσα λέγονται και όσα πιστεύονται. Λέει ό,τι ορίζει η καρδιά του…

"Ίσαμε τελευταία,  πριν να μαθευτούν τα ευρωπαϊκά  πράματα,
 οι Κρητικοί λάτρευαν τέτοιες γυναίκες. Δεν ήσαν βέβαια πια
θεές, μα ηρωίδες η απλές λεβεντοκόρες".
Τι ήταν, το λοιπόν, η Βριτόμαρτις; Μια θεά, κυρά των αγριμιών, των θεριών. Να ήταν ακόλουθη της Αρτέμιδος; Να ήταν όνομα της ίδιας της θεάς του κυνηγιού; Να ήταν σύμβολο της σελήνης σαν και την Άρτεμη, που όλο χάνεται πέφτοντας στη θάλασσα και πάλι ξαναφαίνεται σύμβολο δηλαδή του χαμού και του ξαναγεννημού;
Μπορεί όλα αυτά. Και το όνομά της; Βριτύ θα πει γλυκύ. Και μάρπησσα ή μάρπις ήταν η μυθική κόρη του βασιλιά των Αιτωλών Ευήνου. Άρα Βριτόμαρτις, γλυκιά κόρη. Με τα μυαλά τα δικά μας δεν ήταν βέβαια θεά. Όμως και εμάς η καρδιά μας χτυπά, σαν ακούσομε τέτοιες ιστορίες γιατί είναι εντελώς ανθρώπινες. Δεν έχει σημασία, αν τα πράγματα δεν έγιναν έτσι. Σημασία έχει που οι άνθρωποι είχαν από παλιά σπουδαίες ιδέες που τις έκαναν πρόσωπα. Χιλιάδες χρόνια παραΰστερα, στα ίδια χώματα και με παρομοιαστή ζωή, οι παπουδογιαγιάδες μας εκτυποκάρδιαζαν για ιστορίες παρόμοιες κι αληθινές αυτή τη φορά, που τα πρόσωπά τους δεν ήσαν θεές μα ηρωικές γυναίκες. Κατά τη μεγάλη περίσταση του Εικοσιένα, τότε που βγήκαν οι Αιγύπτιοι Τούρκοι και ρήμαζαν την Κρήτη, τα γυναικόπαιδα του Μεραμπέλλου για να γλυτώσουν τα βάσανα, τις ατιμίες και το θάνατο, εκουμιάστηκαν κρυφά στο σπήλαιο της Μιλάτου.  Ένας Τουρκοκρητικός όμως το σφύριξε στους Αιγυπτίους κι αυτοί πήγαν κι έπιασαν τα γυναικόπαιδα αυτά και μερικούς άντρες, που ήσαν μαζί τους, αφού με πολύ πρόστυχα μέσα τους εξεσπήλιωσαν. Τούρκος και άντρας; Ας είναι. Αφού τους έπιασαν τους έσερναν προς τη Νεάπολη, ανάμεσα από πετροβούνια και φαράγγια, από τον κακόβολο τόπο, που είπαμε στην αρχή. Όλοι ήξεραν πια τι τους περίμενε. Τότε μια κοπέλα απελπισμένη και τρομαγμένη, επήδηξε, σαν άλλη Βριτόμαρτυς, σε μια στέρνα και επνήγηκε καλύτερα, παρά να πάθει από κάποιον αυτό που δεν ήθελε. Η καταπάτηση της ελευθερίας είναι σκλαβιά. Τι κι αν είναι Τούρκος ο καταπατητής ή Μίνωας!....

  Η ιστορία της Αρτέμιδος είναι περίπλοκη. Όταν οι Έλληνες μετανάστευσαν στη χώρα τους, στη δεύτερη χιλιετία π.Χ., έφεραν μαζί τους μερικές θεές της υπαίθρου, που τις έλεγαν Ενοδία, Εύκλεια και Άγρα. Απο το άλλο μέρος, βρήκαν, στην ηπειρωτική Ελλάδα ή στην Κρήτη, μια Μινωική θεά των ζώων, που είχε το προελληνικό όνομα Βριτόμαρτυς (Γλυκιά νέα) και Άρτεμις. Παράλληλα υπήρχαν θεότητες του τοκετού, η Ιφιγένεια, η Καλλιγένεια και η Ειλείθυια, που σιγά σιγά απορροφήθηκαν απο την Αρτέμιδα. ίσως η μορφή της Αρτέμιδος να πλουτίστηκε και απο ασιατικά στοιχεία, γιατί στη Μικρά Ασία υπήρχε η λατρεία της Κυβέλης, μιας θεάς που επίσης δεν μπορούσε να ανεχθεί το ανδρικό στοιχείο, αφού όσοι έρχονταν σε επαφή μαζί της έπρεπε να ευνουχιστούν ή να πεθάνουν. Όπως ο αδελφός της, ο Απόλλων, η Άρτεμις φέρνει, με τα βέλη της, γρήγορο θάνατο, κυρίως στις γυναίκες (σκοτώνει τις κόρες της Νιόβης και ο Απόλλων τους γιούς της). Όταν ο Ακταίων έχει την ατυχία να τη συναντήσει γυμνή, τον μεταμορφώνει σε ελάφι και οι πενήντα σκύλοι του τον κατασπαράζουν.
  Γενικά η Άρτεμις είναι η θεά του απαγορευμένου στους άρρενες χώρου, θεά των αποκλειστικά γυναικείων υποθέσεων και, ταυτόχρονα, θεά της παρθενίας της φύσεως. Προστατεύει τα έγκυα και τα νεαρά ζώα, και περιμένει απο τον κυνηγό να κάνει το ίδιο. Προστατεύει τα δέντρα, τις λίμνες και τα ποτάμια. Γι΄αυτό τα επίθετα της είναι 'Αρτεμις Ποταμία, Λιμνάτις, Ελαφία, Ελαφηβόλος, Εκαέργη, Κυνηγέτις, Κεδρεάτις, Καρυάτις, Παιδοτρόφος, Λυσίζωνος, Εύλοχος, Αγνή, Παρθένος κ.λ.π. Της είχαν αφιερώσει την 6η μέρα κάθε μήνα, και ιδίως τη νύχτα της εαρινής ισημερίας. σύμβολά της ήταν το τόξο, η ημισέληνος και το ελάφι. Είναι γνωστή η αδυναμία της προς το ζώο αυτό, αφού η απαίτηση της θυσίας της Ιφιγένειας δημιουργήθηκε όταν ο Αγεμέμνονας σκότωσε στην Αυλίδα την ιερά της έλαφο. Άλλα επίθετά της είναι Λαφρία (στη Φωκίδα όπου της θυσίαζαν πολλά ζώα κάθε είδους, Αργοτέρα (που δεχόταν κάθε χρόνο 500 αίγες απο τους Αθηναίους για τη βοήθειά της στη μάχη του Μαραθώνα), Ταυροπόλος (που δεχόταν σταγόνες ανδρικού αίματος ως θυσία).
 Στη Βραυρώνα της Αττικής, κοπέλες ντυμένες με δέρματα αρκούδας χόρευαν προς τιμήν της θεάς. Οι ιέρειες της Αρτέμιδος ήταν παρθένες, και η θεά τιμώρησε με θάνατο την ιέρειά της Καλλιστώ, που έμεινε έγκυος άθελά της. Η Βριτόμαρτις, η Όπις, η Δάφνη, έμειναν όλες αγνές. Χαρακτηριστική είναι η ιστορία του Ιππολύτου, που ορκίζεται αιώνια αγνότητα, αφιερώνοντας τον εαυτό του στη θεά. Ο Ευριπίδης τον παρουσιάζει να περιφρονεί τις γυναίκες, γιατί πιστεύει πως το μόνο που τις ενδιαφέρει είναι ο έρωτας.
  Τον ασιατικό τύπο της Αρτέμιδος συναντά κανείς στην Εφέσια Αρτέμιδα, που τη λάτρευαν στον λαμπρό ναό που πυρπόλησε ο Ηρόστρατος τη νύχτα που γεννήθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος. Το περίφημο άγαλμά της με τους πολλούς μαστούς δείχνει πως τη θεωρούσαν θεά μητέρα και θεά τροφό. Στη Μαγνησία την έλεγαν Λευκοφρυνή (απο την πόλη Λεύκοφρυν, όπου βρισκόταν θαυμάσιος ναός της) και η λατρεία της ήταν ανάλογη προς της Εφέσου. Παρόμοια ήταν η λατρεία της στην Πέργη της Παμφυλίας, στις Σάρδεις, στην Καππαδοκία, στην Περσία (Άτεμις Αναίτις), στη Θράκη (Βένδις), όπου τη θεωρούσαν θεά της γονιμότητας.
 Η Φεραία Άρτεμις είναι χθονία θεά, που ταυτίζεται με την Εκάτη ή την Περσεφόνη. Η Αλφειωνία Άρτεμις είναι επωνυμία που δόθηκε στη θεά επειδή, καθώς την κατεδίωκε ο Αλφειός, αυτή και οι νύμφες της άλειψαν τα πρόσωπά τους με πηλό, για να μην τις αναγνωρίσει. Προς τιμήν της Αμαρυσίας Αρτέμιδος, στο σημερινό Αμαρούσιο της Αττικής, γίνοντα αγώνες προς τιμήν της θεάς, τα Αμαρύσια. Παραστάσεις της Αρτέμιδος υπάρχουν σε αγγεία, αγάλμτα, ανάγλυφα κ.λ.π. που δείχουν τη θεά με τόξο, με πυρσό, με ελάφια ή άλλα ζώα (κυνηγός). Ο Πραξιτέλης την απεικόνισε να συνοδεύεται απο τον κυνηγετικό της σκύλο, και να κρατάει στο ένα χέρι τον πυρσό και στο άλλο το τόξο. Σε αγγεία και σε νομίσματα υπάρχουν παραστάσεις της θεάςσχετικές με γνωστές σκηνές της μυθολογίας, όπως λ.χ. με τον Μελέαγρο, που λησμόνησε να θυσιάσει στη Αρτέμιδα, με αποτέλεσμα να εμφανιστεί ο Καλυδώνιος Κάπρος, την ιστορία του Τιτύου, που αποπειράθηκε να βιάσει τη Λητώ και τιμωρήθηκε απο την Αρτέμιδα και τον Απόλλωνα.
  Στη ρωμαϊκή μορφή της, η Άρτεμις λεγόταν Διάνα (Φωτεινή), και ήταν πάντα θεά της Σελήνης.  Είχε ενα περίφημο ιερό στο όρος Τίφατα, κοντά στην Καπύη, κι ένα άλλο στην Αρικία, όπου σύντροφός της ήταν ο μυστηριώδης θεός Βίρμπιος, και ιερέας της ένας φυγάς δούλος, ο Ρέξ Νεμορένσις, που έπρεπε να είχε σκοτώσει τον προκάτοχό του.





Δύο Σημασίες τού Ανθρωπομορφισμού
Τής Κάρολ Κράιστ

Mάιος 2014



   «Το λάθος τού ανθρωπομορφισμού» ορίζεται ως «η πλάνη τής απόδοσης ανθρώπινων ιδιοτήτων στη θεότητα». Κάποιες πρόσφατες συζητήσεις με φίλες, - ους με έσπρωξαν να αναρωτηθώ με ποιόν τρόπο είναι λάθος ο ανθρωπομορφισμός.
   Οι Έλληνες φιλόσοφοι υπήρξαν μάλλον οι πρώτοι που ονομάτισαν τον ανθρωπομορφισμό ως φιλοσοφικό σφάλμα όταν σκεφτόμαστε την/ τονΘεό. Νοιώθοντας αμηχανία από τις ιστορίες τών κατακτήσεων τού Δία και τών άλλων θεών και θεαινών, διαχώρισαν τον Μύθο, τον οποίο θεώρησαν ευφάνταστο και ψευδή, και την αληθινή κατανόηση τής θεότητας που παρέχεται από την λογική ενατένιση και από την λογική σκέψη. Για τον Πλάτωνα, ο «Θεός» ήταν το αύταρκες, υπερβατικό Ον που δέν είχε σώμα και  οριζόταν από τη σχέση του με ό,τι άλλο. Για τον Αριστοτέλη, ο Θεός ήταν ο ακίνητος κινητής.
   Οι Εβραίοι και οι Χριστιανοί θεολόγοι υιοθέτησν τη διάκριση μεταξύ μυθικής και φιλοσοφικής σκέψηες  για να ερμηνεύσουν(ή διά τής ερμηνείας να απαλλαγούν από) τις αντιφάσεις που  διέκριναν ανάμεσα στην απεικόνιση τού Θεού στη Βίβλο και τη φιλοσοφική τους αντίλιψη για την θεϊκή δύναμη. Ενώ ορισμένοι φιλόσοφοι θα προτιμούσαν να καταργήσουν τον Μύθο, οι Εβραίοι και οι Χριστιανοί στοχαστές δέν μπορούσαν να καταργήσουν τη Βίβλο, ούτε  και ήθελαν να απαγορεύσουν τη χρήση της στη λειτουργία.
    Οι θεολόγοι ανάπτυξαν μια μέθορο αλληγορικής ερμηνείας συμφωνα με την οποία ο ανθρωπομορφισμός στη Βίβλο εθεωρείτο ότι συμβόλιζε υψηλότερες αλήθειες. Ως εκ τούτου, ο Θεός δέν «περπατούσε» αληθινά στον Κήπο τής Εδέμ, ούτε «θύμωσε» με τους ανθρώπους του∙ η υψηλότερη αλήθεια που βρίσκεται ενσωματωμένη εδώ είχε να κάνει με την αγάπη τού Θεού για τον κόσμο. Για ορισμένους θεολόγους, ακόμη και η αντίληψη περί της αγάπης τού Θεού για τους ανθρώπους έπρεπε να προσδιορι-στεί μέσω τής διαβεβαίωηση ότι αυτή η «αγάπη» ήταν αποστασιοποιημένη και δέν υπονοούσε πως ο Θεός είχε ανάγκη τον κόσμο.
    Όταν αρχίσαμε να συζυτάμε με την Τζούντιθ Πλάσκοου, που είναι η σύντροφός μου περί τα θεολογικά, πώς κατανοούμε τη Θεά και τον Θεό, έγινε προφανές ότι μια από τις βασικές μας διαφορές ήταν το αν έχει νόημα να σκεφτόμαστε τη Θεά και τον Θεό ως «πρόσωπο» που «νοιάζεται»  και «αγαπά» τον κόσμο. Η Τζούντιθ  επικαλέστηκε τις παραδοσιακές αντιλήψεις τής ανθρωπομορφικής πλάνης για να υποστηρίξει την γνώμη της ότι η Θεότητα είναι μια απρόσωπη δημιουργική δύναμη που είναι η βάση τού όντος. Άσκησε κριτική στην αντίληψή μου ότι η Θεά ή ο Θεός ορίζονται από μια σχέση φροντίδας, ελέου και αγάπης  για τον κόσμο, με μιαν ανθρωπομορφική  μορφή.
    Απαντώντας στη Τζούντιθ, υπερασπίστηκα τον ανθρωπομορφισμό. Υποστήριξα ότι, αν τιμάμε εμείς οι ίδιες την αγάπη και την κατανόηση μέσα μας, τότε έχει νόημα να «αποδίδουμε» αυτές τις «προσωπικές» ιδιότητες στη θεότητα που γνωρίζουμε από την εμπειρια μας.
    Στη «σχεσιακή»  φιλοσοφία τού Τσαρλς Χάσθορν (Charles Hartshorne) βρίσκω φιλοσοφική υποστήριξη στο πώς βιώνω τη θεότητα ως δύναμη και ως  παρουσία που αγαπά και έχει κατανόηση για μένα και όλα τα άλλα πλάσματα στον κόσμο. Ο Χάσθορν θεώρησε πως ήταν το αποκορύφωμα τής ανοησίας η  αντίληψη τής (δυτικής) φιλοσοφικής και θεολογικής παράδοσης ότι ο Θεός είναι αποστασιοποιημένος (χωρίς αισθήματα) και  ότι δέν έχει ανάγκη ούτε αυτόν ούτε άλλον κόσμο.
    Αντιθέτως υποστήριξε ότι ο Θεός πρέπει να θεωρείται ότι είναι η πλέον «σχεσιακή» από όλες τις «σχεσιακές» υπάρξεις, η ύπαρξη με την περισσότερη ενσυναίσθηση και με την περισσότερη αγάπη. Μια τέτοια θεότητα ορίζεται από τη σχέση της με τον κόσμο, και η σχέση της με τον κόσμο κατανοείται καλύτερα ως αγάπη και κατανόηση, που περικλείεται στην αντίληψη τού Χάρτχορν για την «θεία εμπάθεια» προς τον κόσμο. Έτσι λοιπόν – απάντησα στη Τζούντιθ -  αν η βίωση τών θεϊκών «αισθημάτων» για τον κόσμο είναι ανθρωπομορφισμός, τον αποδέχομαι και δέν τον θεωρώ πλάνη.
    Την ίδια στιγμή όμως  δέν θεωρώ ότι η Θεά έχει «αληθινά» ανθρωπόμορφο σόμα, όπως αυτά που απαθανατίστηκαν στα ελληνικά αγάλματα, ούτε καν εκείνα που απεικονίζονται στη φεμινιστκή τέχνη. Στην πραγματικότητα, οι μόνες εικόνες που βρίσκουν ανταπόκριση μέσα μου είναι εκείνες στις οποίες παίρνει ζωικές, φυστικές αλλά και ανθρώπινες μορφές. Για μένα ο κόσμος είναι το σώμα τής Θεάς.
   Πρόσφατα, μια φίλη μού είπε πως βρήκε  απελευθερωτική την  καινούρια γι’ αυτήν βουδιστική άσκηση, επειδή δέν την ανάγκασε να φαντάζεται τη Θεά με «θηλυκή» ή όποια άλλη μορφή. Επί πλέον, όπως είπε, στην βουδιστική της πραχτική είχε σταματήσει να «προσεύχεται στη Θεά για πράγματα». Αυτή η συζήτηση με προκάλεσε να ξανασκεφτώ τις «θεώρηση και βεβαίωση» τού ανθροπωμορφισμού – και αναμφίβολα θα οδηγήσει σε αναθεωρήσεις τού χειρογράφου τού βιβλίου.
   Αν και έχω απεικονίσεις τής Θεάς στο σπίτι μου – ιδίως τις πρώιμες μισοζωικές, μισοανθρώπινες – η «άσκησή» μου ποτέ δέν συνεπαγόταν το να «φαντάζομαι» μια θηλυκή Θεά και μετά να προσεύχομαι σε αυτή. Όπως είπα στη φίλη μου, περισσότερο «νοιώθω»   και «διασθάνομαι» τη Θεά και λιγότερο τη «βλέπω».Για μένα, η παρουσία τής Θεάς είναι  μια αίσθηση – την οποία μερικές φορές νοιώθω να μπαίνει μέσα από τους πόρους τού δέρματός μου – μιας παρουσίας που αγαπά και φροντίζει εμένα και  κάθε άλλο ον στον κόσμο.

   Στ’ αλήθεια μερικές φορές βιώνω αυτή την παρουσία σε μέρη που έχουν άλλες, - οι θεωρήσει ιερά, όπως κάποιες σπηλιές και βουνά στην Κρήτη, και την έχω βιώσει στις εικόνες τής Παναγίας σε ιερούς τόπους στην κρήτη. Όμως  «προτιμώ» τις θεάσεις τής θείας παρουσίας με ανθρώπινη μορφή. Επίσης  βιώνω καθημερινά τη «χάρη τής Θεάς» στα πουλιά που κάνουν μπάνιο στην κρήνη του κήπου μου, στις πεταλούδες και στις μέλισσες που πετουν εκεί.
     Κάποιαν εποχή προσευχόμουν έντονα στη Θεά  «για πράγματα» - έναν έρωτα, την ελληνική μου υπηκοότητα, για την επιτυχία τών προσκυνημάτων μας. Συχνά απογοητευόμουν όταν δέν λάβαινα αυτό για το οποίο προσευχόμουν. Αυτό με οδήγησε σε διαφοροποίηση τη μορφή τών προσευχών μου. Τώρα τείνω να ζητώ από τη Θεά να είναι μαζί μου σες εποχές ανάγκης – και όχι για συγκεκριμένα αποτελέσματα.
     Συμπεραίνω  από αυτό eceive πως είναι σημαντικό αν διαχωρίζουμε τουλάχιστον δύο μορφές ανθρωπομορφισμού. Αν «ανθρωπομορφισμός» σημαίνει πως η θεότητα έχει συγκεκριμένη ανθρώπινη μορφή (θηλυκή, αρσενική, τρανς ή κάτι άλλο), τότε συμφωνώ πως αυτό είναι λάθος και πρέπει να αποφεύγεται.
   Όμως αν ο ανθρωπομορφισμός σημαίνει πως η θεότητα έχει ανθρωποειδή (και φυτική, μεταλλική, ζωική) συνειδητότητα και αισθήματα, τότε μπορώ να υποστηρίξω πως αυτή η δεύτερη μορφή ανθρωπομορφισμού δέν είναι λάθος.
     Να προσθέσω ότι όταν προσευχόμαστε σε μια Θεά ή έναν Θεό που νοιάζεται για τον κόσμο, δέν πρέπει να υποθέτουμε πως όλες μας οι προσευχές για «πράγματα» μπορουν να εισακουστούν. Το είδος τής απάντησης  στις προσευχές μου, το οποίο σήμερα βρίσκω γεμάτο νόημα, είναι η βίωση τής θεϊκής παρουσίας στην εαυτή μου και σε όλα τα άλλα όντα. Η Θεά είναι η χάρις τής ζωής μέσα μου και βρίσκετια μαζί μου σε ό,τι και να κάνω, με αγαπά και με κατανοεί όπως δέν μπορεί κανείς άλλος να κάνει. Με εμπνέει πάντα να αγαπώ και να καταλαβαίνω περισσότερο τον κόσμο και ολόκληρη τη ζωή.
Carol is a founding mother in feminism and religion and women’s spirituality. Her books include She Who Changes and Rebirth of the Goddess and the widely-used anthologies Womanspirit Rising and Weaving the Visions